Social Waste - Μαραμπού - traduction des paroles en anglais

Paroles et traduction Social Waste - Μαραμπού




Μαραμπού
Marabou
Λένε για μένα οι ναυτικοί που εζήσαμε μαζί
Sailors I've lived with say about me
πως είμαι κακοτράχαλο τομάρι διεστραμμένο,
that I am a rough, twisted hide,
πως τις γυναίκες μ' ένα τρόπον ύπουλο μισώ
that in a cunning way I hate women
κι ότι μ' αυτές να κοιμηθώ ποτέ μου δεν πηγαίνω.
and that I never go to bed with them.
Ακόμα, λένε πως τραβώ χασίσι και κοκό
They also say I smoke hashish and coke
πως κάποιο πάθος με κρατεί φριχτό και σιχαμένο,
that some horrible and sickening passion possesses me,
κι ολόκληρο έχω το κορμί με ζωγραφιές αισχρές,
and my whole body is covered with obscene tattoos,
σιχαμερά παράξενες, βαθιά στιγματισμένο.
disgustingly strange, deeply stigmatized.
Ακόμα, λένε πράματα φριχτά παρά πολύ,
They also say terribly frightful things,
που είν' όμως ψέματα χοντρά και κατασκευασμένα,
which, however, are big, fabricated lies,
κι αυτό που εστοίχισε σε με πληγές θανατερές
and what cost me deadly wounds
κανείς δεν το 'μαθε ποτέ, γιατί δεν το 'πα σε κανένα.
no one ever knew, because I didn't tell anyone.
Μ' απόψε, τώρα που έπεσεν η τροπική βραδιά,
But tonight, now that the tropical night has fallen,
και φεύγουν προς τα δυτικά των Μαραμπού τα σμήνη,
and flocks of marabous fly west,
κάτι με σπρώχνει επίμονα να γράψω σε χαρτί,
something persistently pushes me to write on paper,
εκείνο, που παντοτινή κρυφή πληγή μου εγίνη.
that which became my eternal secret wound.
Ήμουνα τότε δόκιμος σ' ένα λαμπρό ποστάλ
I was a cadet then on a shining ship
και ταξιδεύαμε Αίγυπτο γραμμή Νότιο Γαλλία.
and we were sailing the Egypt - South France line.
Τότε τη γνώρισα σαν άνθος έμοιαζε αλπικό
It was then I met her, she looked like an alpine flower
και μια στενή μας έδεσεν αδελφική φιλία.
and a close, brotherly friendship bound us.
Αριστοκρατική, λεπτή και μελαγχολική,
Aristocratic, slender, and melancholic,
κόρη ενός πλούσιου Αιγύπτιου οπού 'χε αυτοκτονήσει,
daughter of a rich Egyptian who had committed suicide,
ταξίδευε τη λύπη της σε χώρες μακρινές,
she was traveling her grief to distant lands,
μήπως εκεί γινότανε να τήνε λησμονήσει.
in hopes of being able to forget it there.
Πάντα σχεδόν της Μπασκιρτσέφ κρατούσε το Ζουρνάλ,
She almost always carried Bashkirtseff's Journal,
και την Αγία της Άβιλας παράφορα αγαπούσε,
and passionately loved Saint Teresa of Ávila,
συχνά στίχους απάγγελνε θλιμμένους γαλλικούς,
often recited mournful French verses,
κι ώρες πολλές προς τη γαλάζιαν έκταση εκοιτούσε.
and for many hours gazed into the blue expanse.
Κι εγώ, που μόνον εταιρών εγνώριζα κορμιά,
And I, who only knew the bodies of prostitutes,
κι είχα μιαν άβουλη ψυχή δαρμένη απ' τα πελάη,
and had a weak soul, battered by the waves,
μπροστά της εξανάβρισκα την παιδική χαρά
rediscovered my childhood joy in front of her
και, σαν προφήτη, εκστατικός την άκουα να μιλάει.
and listened to her speak, ecstatic, as if she were a prophet.
Ένα μικρό της πέρασα σταυρόν απ' το λαιμό
I gave her a small cross from around my neck
κι εκείνη ένα μου χάρισε μεγάλο πορτοφόλι
and she gave me a large wallet
κι ήμουν ο πιο δυστυχισμένος άνθρωπος της γης,
and I was the most miserable person on earth
όταν εφθάσαμε σ' αυτήν που θα 'φευγε την πόλη.
when we arrived at the city she would be leaving from.
Την εσκεφτόμουνα πολλές φορές στα φορτηγά,
I thought of her many times on cargo ships,
ως ένα παραστάτη μου κι άγγελο φύλακά μου,
as my amulet and guardian angel,
και μια φωτογραφία της στην πλώρη ήταν για με
and her photograph on the prow was for me
όαση, που ένας συναντά μεσ' στην καρδιά της Άμμου.
an oasis, that one encounters in the heart of the desert.
Νομίζω πως θε να 'πρεπε να σταματήσω εδώ.
I think I should stop here.
Τρέμει το χέρι μου, ο θερμός αγέρας με φλογίζει.
My hand trembles, the hot wind burns me.
Κάτι άνθη εξαίσια τροπικά του ποταμού βρωμούν,
Some exquisite tropical flowers by the river smell,
κι ένα βλακώδες Μαραμπού παράμερα γρυλίζει.
and a stupid marabou croaks nearby.
Θα προχωρήσω!... Μια βραδιά σε πόρτο ξενικό
I will continue!... One night in a foreign port
είχα μεθύσει τρομερά με ουίσκι, τζιν και μπύρα,
I had drunk terribly with whiskey, gin and beer,
και κατά τα μεσάνυχτα, τρικλίζοντας βαριά,
and at midnight, stumbling heavily,
το δρόμο προς τα βρωμερά, χαμένα σπίτια επήρα.
I took the road to the filthy, lost houses.
Αισχρές γυναίκες τράβαγαν εκεί τους ναυτικούς,
Disgusting women were dragging sailors there,
κάποια μ' άρπαξ' απότομα, γελώντας, το καπέλο
one suddenly grabbed my hat, laughing
(παλιά συνήθεια γαλλική του δρόμου των πορνών)
(an old French custom on the street of whores)
κι εγώ την ακολούθησα σχεδόν χωρίς να θέλω.
and I followed her almost unwillingly.
Μια κάμαρα στενή, μικρή, σαν όλες βρωμερή,
A narrow, small room, filthy like all the others,
οι ασβέστες απ' τους τοίχους της επέφτανε κομμάτια,
pieces of plaster were falling from its walls,
κι αυτή ράκος ανθρώπινο που εμίλαγε βραχνά,
and she, a human wreck, coughed hoarsely,
με σκοτεινά, παράξενα, δαιμονισμένα μάτια.
with dark, strange, demonic eyes.
Της είπα κι έσβησε το φως. Επέσαμε μαζί.
I told her to and she turned off the light. We fell together.
Τα δάχτυλά μου καθαρά μέτρααν τα κόκαλά της.
My clean fingers counted her bones.
Βρωμούσε αψέντι. Εξύπνησα, ως λένε οι ποιητές
She smelled of absinthe. I woke up, as poets say
μόλις εσκόρπιζεν η αυγή τα ροδοπέταλά της.
just as the dawn scattered its rose petals.
Όταν την είδα και στο φως τα' αχνό το πρωινό,
When I saw her and the faint morning light,
μου φάνηκε λυπητερή, μα κολασμένη τόσο,
she seemed to me sad, but so damned,
που μ' ένα δέος αλλόκοτο, σαν να 'χα φοβηθεί,
that with a strange fear, as if I had been frightened,
το πορτοφόλι μου έβγαλα γοργά να την πληρώσω.
I quickly took out my wallet to pay her.
Δώδεκα φράγκα γαλλικά... Μα έβγαλε μια φωνή,
Twelve French francs... But she cried out,
κι είδα μια εμένα να κοιτά με μάτι αγριεμένο,
and I saw her looking at me with a wild eye,
και μια το πορτοφόλι μου... Μ' απόμεινα κι εγώ
and then at my wallet... I froze when I saw
έναν σταυρό απάνω της σαν είδα κρεμασμένο.
a cross hanging on her.
Ξεχνώντας το καπέλο μου βγήκα σαν τον τρελό,
Forgetting my hat, I ran out like a madman,
σαν τον τρελό που αδιάκοπα τρικλίζει και χαζεύει,
like a madman who constantly stumbles and wanders,
φέρνοντας μέσα στο αίμα μου μια αρρώστια τρομερή,
carrying in my blood a terrible disease,
που ακόμα βασανιστικά το σώμα μου παιδεύει.
which still tortures my body.
Λένε για μένα οι ναυτικοί που εκάμαμε μαζί
The sailors I sailed with say about me
πως χρόνια τώρα με γυναίκα εγώ δεν έχω πέσει,
that for years I haven't slept with a woman,
πως είμαι παλιοτόμαρο και πως τραβάω κοκό,
that I am an old wreck and that I smoke coke,
μ' αν ήξερα οι δύστυχοι, θα μ' είχαν συχωρέσει...
but if only those poor souls knew, they would have forgiven me...
Το χέρι τρέμει... Ο πυρετός... Ξεχάστηκα πολύ
My hand trembles... The fever... I forgot for a long time
ασάλευτο ένα Μαραμπού στην όχθη να κοιτάζω.
to look at a motionless marabou on the bank.
Κι έτσι καθώς επίμονα κι εκείνο με κοιτά,
And so, as it persistently looks at me,
νομίζω πως στη μοναξιά και στη βλακεία του μοιάζω...
I think I resemble its loneliness and stupidity...





Writer(s): Social Waste


Attention! N'hésitez pas à laisser des commentaires.